Αντώνης Καρατάσος, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Τουριστικών Καταλυμάτων «Κύκλος»: «Η υπερπροσφορά καταλυμάτων πιέζει τις τιμές»
Του Λάμπρου Δεμερτζή
Δυσκολότερη χαρακτήρισε ο Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Τουριστικών Καταλυμάτων “Κύκλος”, κ. Αντώνης Καρατάσος, τη φετινή τουριστική σεζόν από προηγούμενες, κυρίως λόγω έλλειψης προσωπικού και της επιφυλακτικής ροής κρατήσεων, που αποδίδεται στην υπερπροσφορά καταλυμάτων, μιλώντας στην εφημερίδα «Κυκλαδική».
Παράλληλα, επεσήμανε ότι υπάρχουν ευκαιρίες για τους επισκέπτες, κυρίως μέσω απευθείας κρατήσεων στα καταλύματα, όπου οι τιμές είναι χαμηλότερες από ότι στις πλατφόρμες.
Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στα προβλήματα της αγοράς εργασίας, τονίζοντας την ανάγκη επανεξέτασης της εργατικής νομοθεσίας, η οποία πλέον δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες. Αναφέρθηκε επίσης στην έλλειψη καταρτισμένου προσωπικού, που επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των υπηρεσιών στον τουρισμό.
Τέλος, εξέφρασε έντονο σκεπτικισμό για τα κρατικά προγράμματα επιδοτήσεων, υποστηρίζοντας ότι εξυπηρετούν κυρίως μεγάλες επιχειρήσεις αντί για μικρούς επαγγελματίες. Τόνισε πως οι μεγάλες εταιρείες εκμεταλλεύονται τις επιδοτήσεις χωρίς να τηρούν τις δεσμεύσεις τους, ενώ παράλληλα οι μικροί επιχειρηματίες δεν έχουν τα απαιτούμενα κεφάλαια για να συμμετάσχουν. Συνολικά, κατήγγειλε πως το σύστημα ευνοεί τους λίγους και ισχυρούς.
Οι πρώτες ενδείξεις για τη σεζόν
Ο κ. Καρατάσος, ερωτώμενος για τις πρώτες εκτιμήσεις της χρονιάς, χαρακτήρισε τη φετινή σεζόν «δυσκολότερη» σε επίπεδο προετοιμασίας, λόγω δύο βασικών παραγόντων: της έλλειψης προσωπικού και της κάπως «συγκρατημένης» ροής κρατήσεων. Κατά την άποψή του, αυτό ενδεχομένως να οφείλεται στην υπερπροσφορά καταλυμάτων, η οποία δημιουργεί ανταγωνισμό αλλά και αβεβαιότητα.
Ευκαιρίες για τους επισκέπτες
Ο κ. Καρατάσος σημείωσε πως υπάρχουν ευκαιρίες για τους επισκέπτες, αρκεί να αναζητήσουν εναλλακτικά κανάλια, όπως απευθείας στις ιστοσελίδες των καταλυμάτων, όπου οι τιμές είναι πάντα τα 2,3 τελευταία χρόνια χαμηλότερες από αυτές στις διεθνείς πλατφόρμες.
Προβλήματα στην αγορά εργασίας
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στο ζήτημα της διαθεσιμότητας προσωπικού. Αν και, όπως είπε, έχει βελτιωθεί η τήρηση της νομιμότητας με την εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας και τον περιορισμό της μαύρης εργασίας, εντούτοις υπάρχει απόκλιση ανάμεσα στις πραγματικές ανάγκες της αγοράς και το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά «η εργατική νομοθεσία χρειάζεται επανεκτίμηση. Εδώ και δεκαετίες έχει βγει εκτός ελέγχου η κατάσταση με την προσθήκη συνεχώς όλο και αυστηρότερων κανονισμών που αποδεικνύεται ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν και γι’ αυτό και γίνεται και «καταστρατήγηση» αυτών των υπερβολικών νομοθεσιών, αλλά και γιατί δεν εξυπηρετεί καμία πλευρά, ούτε τους εργοδότες ούτε τους εργαζομένους. Οι εργαζόμενοι στον τουρισμό γνωρίζουν ότι εργάζονται εντατικά στα νησιά για 3 έως 6 μήνες και μετά ξεκουράζονται τον χειμώνα, το έχουν κάνει πρόγραμμα ζωής. Όταν οι νέες ρυθμίσεις τους περιορίζουν σε 5ήμερη εργασία και λιγότερες ώρες, πολλές φορές τις μισές από αυτές που γνώριζαν, προφανώς αντιλαμβάνονται ότι δεν θα βγάλουν τα χρήματα που υπολόγιζαν, οπότε μειώνεται και το ενδιαφέρον».
Έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού και συνέπειες
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας στάθηκε επίσης στο πρόβλημα της έλλειψης εξειδίκευσης. «Υπάρχει στην αγορά έλλειψη ειδικευμένου, καταρτισμένου προσωπικού. Αυτό είναι εμφανές στην ποιότητα των υπηρεσιών. Για παράδειγμα, στον τομέα της καθαριότητας, είτε πρόκειται για ξενοδοχεία είτε για νοικιασμένα δωμάτια, είτε για Airbnb ένας υπάλληλος που γνωρίζει τη δουλειά θα το καθαρίσει πλήρως με τον σωστό τρόπο ώστε να έχει το τέλειο αποτέλεσμα, εντός μισής ώρας ενώ ένας ανεκπαίδευτος μπορεί να κάνει 3 ώρες. Το καταρτισμένο προσωπικό μπορεί λοιπόν να αποδώσει τριπλάσια εργασία σε λιγότερο χρόνο από κάποιον ανειδίκευτο. Ο εργαζόμενος δεν αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να πληρωθεί ανάλογα με την προσφορά εργασίας που παρέχει».
Επιδοτήσεις τουριστικών επιχειρήσεων
Αναφερόμενος στα κρατικά προγράμματα επιχορηγήσεων, ο κ. Καρατάσος εμφανίστηκε ιδιαίτερα επιφυλακτικός. Εξήγησε ότι αν και θεωρητικά έχουν ως στόχο την ενίσχυση μικρών επιχειρήσεων, στην πράξη το 90% των περιπτώσεων καταλήγει να εξυπηρετεί μεγάλες εταιρείες, που καταστρατηγούν την αρχική φιλοσοφία των προγραμμάτων. «Μεγάλες εταιρείες παίρνουν επιδοτήσεις, δηλώνουν ότι θα αναπαλαιώσουν ένα πχ αρχοντικό , προβλέπονται και θέσεις εργασίες για τη χρήση αυτού του ακινήτου, με τη δέσμευση να το κρατήσουν ανοιχτό για 5 χρόνια. Τελικά όμως, πολλές φορές όμως το κρατάνε ανοιχτό μονάχα για 6 μήνες και δεν ξανανοίγει ποτέ στην πενταετία, διότι είναι ασύμφορο να λειτουργήσει έτσι και απλώς στην πενταετία το πουλάνε 5 φορές πάνω από την αξία του. Η πολιτεία τελικά επιδοτεί ανθρώπους που βγάζουν ήδη πολλά χρήματα, αντί να στηρίξει τους πραγματικά μικρούς επιχειρηματίες. Όσο μεγαλύτερο και πιο εντυπωσιακό φαίνεται το επενδυτικό σχέδιο, τόσο πιο εύκολα εγκρίνεται. Αυτό όμως ευνοεί μόνο τους λίγους και ισχυρούς. Η κοινή λογική λέει να σκεφτόμαστε απλά. Αφού λοιπόν όλοι παραδέχονται ότι ο τουριστικός κλάδος έχει ήδη τεράστια συνεισφορά στην οικονομία – σε επιχειρήσεις, σε τζίρο, σε επενδύσεις – τότε με ποια λογική επιδοτεί το κράτος επιχειρήσεις που, έτσι κι αλλιώς, έχουν μεγάλα κέρδη; Στα νησιά, τι ακριβώς καλούνται να καλύψουν αυτές οι επιδοτήσεις; Ποιο κενό; Αφού είναι ήδη γεμάτα με τέτοιες επιχειρήσεις».
Όπως επεσήμανε, τα προγράμματα επιχορησήσεων και επιδοτήσεων έχουν «μελανά» σημεία. «Έχω απευθυνθεί πολλές φορές σε υπηρεσίες, υπουργεία και αρμόδιους, ζητώντας εξηγήσεις για κάποια πράγματα που ισχύουν εδώ και χρόνια και τα οποία αδυνατώ να κατανοήσω. Κανείς όμως δεν μπορεί να μου τα εξηγήσει — ίσως γιατί, απλώς, είναι ανεξήγητα. Αν ετοιμάσεις ένα “καλοφτιαγμένο” επενδυτικό σχέδιο – ή αλλιώς, αν στήσεις μια έξυπνη κομπίνα – τότε, ναι, θα πάρεις τα χρήματα. Όσο περισσότερα ζητήσεις, τόσο πιο αξιόπιστος φαίνεσαι. Άρα, ουσιαστικά, αυτό λειτουργεί εις βάρος των μικρών επιχειρήσεων. Γιατί για να συμμετάσχεις σε ένα τέτοιο Project, πρέπει πρώτα να διαθέτεις ένα σοβαρό κεφάλαιο. Αλλιώς δεν μπορείς να μπεις στο παιχνίδι των επιδοτήσεων. Οι μεγάλες επιχειρήσεις δεν έχουν ανάγκη τις επιδοτήσεις. Έχουν ήδη τα χρήματα και, συνήθως, τις επενδύουν με προθυμία. Κι αυτό γιατί πολλές φορές τα κεφάλαια αυτά έχουν αποκτηθεί “μαύρα” και μέσα από τέτοιες διαδικασίες προσπαθούν να τα νομιμοποιήσουν».